Απ τον Σταυρο Διοσκουρίδη απ την Popaganda.(Eδώ όλη η ιστορία)
Ε, βασικά αφού τα λέμε όλα τώρα, ας ομολογήσω ότι διακοπές μόνος μου είχα πάει ακόμα πιο μικρός. Γυμνάσιο τώρα εγώ και στον πεζόδρομο της Επταχάλκου στο Θησείο υπήρχε (υπάρχει;) ένα μαγαζί που πουλούσε βιολογικές τροφές. Εκεί είχα ερωτευθεί σφόδρα μια ξανθούλα, λίγο μεγαλύτερη από εμένα, που βοηθούσε τ’ απογεύματα. Μια μέρα που πάμε εκεί να πάρουμε τα τυριά, τα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά βλέπω σε μια αφίσα ότι ετοιμάζουν εκδρομή οι «υιγιεινιστές», έτσι τους λέγαμε, για την Πελοπόννησο. Ψήνω τη μάνα μου να με στείλει να ξεφύγω από το τζανκ φουντ και να μπω στο δρόμο του βασιλικού πολτού. Ευκολάκι. Πήγαμε κάπου στην Πελοπόννησο, ούτε που θυμάμαι. Την πρώτη μέρα κοιμηθήκαμε κάτω από τις κερασιές και φάγαμε παξιμάδι με μέλι. Μέσα στα διάφορα έπιασα μια επαφή με το πρόσωπο. Την άλλη τη μέρα βρεθήκαμε καλεσμένοι σ’ ένα κτήμα. Όλα πηγαίναν ωραία και καλά μέχρι που με ρωτάει η πανούργα: «Παστίτσιο, τρως;». «Ναι», απαντάω ο βλαξ με μια φυσικότητα. Βουρλίζεται αυτή και αρχίζει και φωνάζει «Μαμά, μπαμπά, παιδιά, ο Σταύρος τρώει παστίτσιο, ο Σταύρος τρώει κρέας.» Μη σας ζαλίζω άλλο, μέχρι την επιστροφή ήθελα ν’ ανοίξει η «μάνα» γη να με καταπιεί μετά από τέτοιο οικολογικό μπούλινγκ.
Ε, βασικά αφού τα λέμε όλα τώρα, ας ομολογήσω ότι διακοπές μόνος μου είχα πάει ακόμα πιο μικρός. Γυμνάσιο τώρα εγώ και στον πεζόδρομο της Επταχάλκου στο Θησείο υπήρχε (υπάρχει;) ένα μαγαζί που πουλούσε βιολογικές τροφές. Εκεί είχα ερωτευθεί σφόδρα μια ξανθούλα, λίγο μεγαλύτερη από εμένα, που βοηθούσε τ’ απογεύματα. Μια μέρα που πάμε εκεί να πάρουμε τα τυριά, τα όσπρια, τα φρούτα και τα λαχανικά βλέπω σε μια αφίσα ότι ετοιμάζουν εκδρομή οι «υιγιεινιστές», έτσι τους λέγαμε, για την Πελοπόννησο. Ψήνω τη μάνα μου να με στείλει να ξεφύγω από το τζανκ φουντ και να μπω στο δρόμο του βασιλικού πολτού. Ευκολάκι. Πήγαμε κάπου στην Πελοπόννησο, ούτε που θυμάμαι. Την πρώτη μέρα κοιμηθήκαμε κάτω από τις κερασιές και φάγαμε παξιμάδι με μέλι. Μέσα στα διάφορα έπιασα μια επαφή με το πρόσωπο. Την άλλη τη μέρα βρεθήκαμε καλεσμένοι σ’ ένα κτήμα. Όλα πηγαίναν ωραία και καλά μέχρι που με ρωτάει η πανούργα: «Παστίτσιο, τρως;». «Ναι», απαντάω ο βλαξ με μια φυσικότητα. Βουρλίζεται αυτή και αρχίζει και φωνάζει «Μαμά, μπαμπά, παιδιά, ο Σταύρος τρώει παστίτσιο, ο Σταύρος τρώει κρέας.» Μη σας ζαλίζω άλλο, μέχρι την επιστροφή ήθελα ν’ ανοίξει η «μάνα» γη να με καταπιεί μετά από τέτοιο οικολογικό μπούλινγκ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου